- ἀτυχεῖς
- ἀτυχέωto be unfortunatepres ind act 2nd sg (attic epic doric ionic aeolic)ἀτυχήςunfortunatemasc/fem acc plἀτυχήςunfortunatemasc/fem nom/voc pl (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αλταβίλα — (Altavilla).Νορμανδική οικογένεια φεουδαρχών. Προερχόταν από τη χερσόνησο του Κοταντέν (Γαλλία) όπου κατείχε ένα μικρό φέουδο. Τον 11o αι., οι γιοι του Τανκρέδου κατόρθωσαν μέσα σε 40 χρόνια να γίνουν κύριοι ολόκληρης της Ν Ιταλίας και Σικελίας.… … Dictionary of Greek
Δανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Δανίας Έκταση: 43.094 τ. χλμ Πληθυσμός: 5.352.815 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Κοπεγχάγη (499.148 κάτ. το 2001)Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στην ιστορική ομάδα των σκανδιναβικών χωρών. Συνορεύει στα Ν με τη Γερμανία, ενώ… … Dictionary of Greek
Ερμησιάναξ — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ελεγειακός ποιητής (4ος αι. π.Χ.). Καταγόταν από την Κολοφώνα και διετέλεσε μαθητής του Φιλητά. Έγραψε τα Περσικά και το Λεόντιον, που περιλάμβανε τρία βιβλία: το πρώτο αναφερόταν στον μύθο του Πολύφημου και της… … Dictionary of Greek
Ιηού — (9oς αι. π.Χ.). Βιβλικό πρόσωπο. Αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη ως βασιλιάς του Ισραήλ. Ήταν γιος του Ιωσαφάτ, ο οποίος διετέλεσε αρχικά στρατηγός του βασιλιά Ιωράμ. Όταν όμως ο Ιωράμ στράφηκε στην ειδωλολατρία, ο Ι. τον σκότωσε και χρίστηκε… … Dictionary of Greek
Κόχραν, Τόμας Αλεξάντερ — (Thomas Alexander Cochrane, Άνσφιλντ 1775 – 1860). Άγγλος ναύαρχος. Κατατάχθηκε σε ηλικία 18 ετών στο βρετανικό ναυτικό και διακρίθηκε για τις ικανότητες και τη γενναιότητά του. Στα πρώτα του κατορθώματα συγκαταλέγεται η δίωξη της πειρατείας στη… … Dictionary of Greek
Μάλκολμ — (Malcolm). Όνομα βασιλιάδων της Σκοτίας. 1. Μ. A’ (10ος αι.). Βασιλιάς της Άλμπα (943 954). Ο βασιλιάς των Αγγλοσαξόνων Εδμόνδος τού παραχώρησε την Κουμβρία το 946. Ο Μ. σκοτώθηκε πολεμώντας εναντίον των κατοίκων των Υψιπέδων (Highlands)) του… … Dictionary of Greek
Μπότσαρης — Σουλιώτικη οικογένεια αρματολών και αγωνιστών, οι οποίοι διακρίθηκαν στους τοπικούς πολέμους κατά του Αλή πασά και κατά την Επανάσταση. Αποτελούσαν ξεχωριστή φάρα εγκατεστημένη σε ιδιαίτερο χωριό, κοντά στη σημερινή Λάκκα Μπότσαρη και ήταν, μαζί… … Dictionary of Greek
Σταυράκιος — I Βυζαντινός αυτοκράτορας (811), γιος του Νικηφόρου A’ (803 812) και συμβασιλέας εκείνου (804 811). Ανέβηκε στο βασιλικό θρόνο στις 25 Ιουλίου 811, μετά τη δολοφονία του πατέρα του από τον Κρούμο. Η βασιλεία του ήταν πολύ σύντομη, γιατί τρεις… … Dictionary of Greek